στιλπνότης

From LSJ

Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not

Menander, Monostichoi, 296
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στιλπνότης Medium diacritics: στιλπνότης Low diacritics: στιλπνότης Capitals: ΣΤΙΛΠΝΟΤΗΣ
Transliteration A: stilpnótēs Transliteration B: stilpnotēs Transliteration C: stilpnotis Beta Code: stilpno/ths

English (LSJ)

-ητος, ἡ, brightness, Plu.2.921a, Gal.7.245, Aq.Dt.7.13, Za.4.14, Plot.2.1.7.

German (Pape)

[Seite 943] ητος, ἡ, = στιλβότης, Glanz, Clem. Al. u. a. Sp.

French (Bailly abrégé)

ητος (ἡ) :
éclat.
Étymologie: στιλπνός.

Greek (Liddell-Scott)

στιλπνότης: -ητος, ἡ, = στιλβότης, Πλούτ. 2. 921Α, κτλ.

Russian (Dvoretsky)

στιλπνότης: ητος ἡ сияние (sc. τῆς πανσελήνου Plut.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

στιλπνότης -ητος, ἡ [στιλπνός] glans.