στρογγυλότητα
From LSJ
Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλος → Life is not worth living if you do not have at least one friend.
Greek Monolingual
η / στρογγυλότης, -ητος, ΝΑ στρογγύλος
το να είναι κάτι στρογγυλό, το σχήμα, η μορφή του στρογγυλού, η στρογγυλάδα
νεοελλ.
(πετρογρ.) ο βαθμός στον οποίο ένα ιζηματογενές τεμαχίδιο έχει χάσει τις οξύληκτες ακμές και γωνίες του, αλλ. αποστρογγυλοποίηση.