συνηλικία
From LSJ
ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργός τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη → The three cities I love best are Argos, Sparta, and Mycenae of the broad streets
English (LSJ)
poet. συνηλικίη, ἡ, body of comrades or body of playmates, Supp. Epigr.6.140.22 (Phrygia, iv A.D.).
Greek Monolingual
και μτγν. ποιητ. τ. συνηλικίη, ἡ, Α συνῆλιξ, συνήλικος
ομάδα παιδιών της ίδιας ηλικίας.