ταχυεργής

From LSJ

ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τᾰχῠεργής Medium diacritics: ταχυεργής Low diacritics: ταχυεργής Capitals: ΤΑΧΥΕΡΓΗΣ
Transliteration A: tachyergḗs Transliteration B: tachyergēs Transliteration C: tachyergis Beta Code: taxuergh/s

English (LSJ)

ταχυεργές, = ταχυεργός, App.BC3.19.

German (Pape)

[Seite 1076] ές, = ταχύεργος, Appian. B. C. 3, 19.

Greek (Liddell-Scott)

τᾰχυεργής: -ές, = ταχυεργός, Ἀππ. Ἐμφυλ. 3. 19.

Greek Monolingual

-ές, ΝΜΑ
ταχυεργός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταχυ- + -εργής (< ἔργον), πρβλ. βαρυεργής].