τρίχρωμος

From LSJ

μακάριοι οὓς ἐξελέξω καὶ προσελάβου → blessed are those that you have chosen and taken

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρίχρωμος Medium diacritics: τρίχρωμος Low diacritics: τρίχρωμος Capitals: ΤΡΙΧΡΩΜΟΣ
Transliteration A: tríchrōmos Transliteration B: trichrōmos Transliteration C: trichromos Beta Code: tri/xrwmos

English (LSJ)

ον, = τριχρώματος, Luc. DMeretr. 9.2, Porph. ap. Eus. PE 4.14.

German (Pape)

[Seite 1150] = Vor., Luc. D. Meretr. 9, 2.

Greek Monolingual

-η, -ο / τρίχρωμος, -ον, ΝΑ
αυτός που έχει τρία χρώματα, τρίχρους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -χρωμος (< χρῶμα), πρβλ. τετράχρωμος].

Russian (Dvoretsky)

τρίχρωμος: (ῐ) трехцветный Luc.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τρίχρωμος -ον [τρι-, χρῶμα] met drie kleuren.