ἤ με φίλει καθαρὸν θέμενος νόον, ἤ μ' ἀποειπών ἐχθαιρ' ἀμφαδίην νεῖκος ἀειράμενος → either love me with a pure heart, or reject and hate me, and openly pick a fight
η, Ν υπογραμμίζω
1. το να υπογραμμίζει κανείς λέξη ή φράση
2. το να τονίζει κανείς με έμφαση ένα σημείο ή ένα γεγονός.