Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

υποδεκάμετρο

From LSJ

Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt

Menander, Monostichoi, 357

Greek Monolingual

το, Ν
1. μικρός κανόνας, χάρακας κατασκευασμένος παλαιότερα από ξύλο ή μέταλλο και σήμερα από πλαστικό υλικό, ο οποίος έχει μήκος ένα δέκατο του μέτρου και υποδιαιρείται με χαραγές και στις δύο πλευρές του σε 10 εκατοστόμετρα και 100 χιλιοστόμετρα
2. το ένα δέκατο του μέτρου, δέκα εκατοστόμετρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + δεκάμετρο. Η λ. μαρτυρείται από το 1809 στο Λεξικόν Γαλλικής Γλώσσης του Γρ. Ζαλίκογλου].