υποδιδάσκαλος

From LSJ

Δελφῖνα νήχεσθαι διδάσκεις: ἐπὶ τῶν ἐν ἐκείνοις τινὰ παιδοτριβούντων, ἐν οἷς ἤσκηται → Teaching dolphins to swim: is applied to those who are teaching something among people who are already well versed in it

Source

Greek Monolingual

ο / ὑποδιδάσκαλος, ΝΑ
νεοελλ.
(παλαιότερα) κατώτερος βαθμός δασκάλου σε σχολεία με μικρό αριθμό μαθητών, γραμματοδιδάσκαλος
αρχ.
δευτερεύων δάσκαλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + διδάσκαλος.