φάρκες

From LSJ

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φάρκες Medium diacritics: φάρκες Low diacritics: φάρκες Capitals: ΦΑΡΚΕΣ
Transliteration A: phárkes Transliteration B: pharkes Transliteration C: farkes Beta Code: fa/rkes

English (LSJ)

νεοσσοί, Hsch.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «νεοσσοί».
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Αν θεωρηθεί ότι ο τ. είναι ορθά παραδεδομένος θα μπορούσε να συνδεθεί με τη λ. φρυγ-ίλος «είδος πτηνού» και να αναχθεί στη συνεσταλμένη βαθμίδα ΙΕ ρίζα bher-g «γαβγίζω, μουρμουρίζω, βουίζω» (προϊόν ονοματοποιίας)].