Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

φλέο

From LSJ

Πονηρὸν ἄνδρα μηδέποτε ποιοῦ φίλον (μηδέπω κτήσῃ φίλον) → Tibi numquam amicum facito moratum male → Nimm niemals einen schlechten Mann zum Freunde dir

Menander, Monostichoi, 453

Greek Monolingual

το, Ν
βοτ. άλλη ονομασία του φυτού φλέως.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νεοελλ. τ. της λ. φλέως / φλέος κατά τα ουδ. (βλ. λ. φλέως)].