φορβαδικός

From LSJ

Βίον καλὸν ζῇς, ἂν γυναῖκα μὴ τρέφῃς → Uxorem si non duxis, vives commodeGut ist dein Leben, wenn du keine Frau ernährst

Menander, Monostichoi, 78
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φορβᾰδικός Medium diacritics: φορβαδικός Low diacritics: φορβαδικός Capitals: ΦΟΡΒΑΔΙΚΟΣ
Transliteration A: phorbadikós Transliteration B: phorbadikos Transliteration C: forvadikos Beta Code: forbadiko/s

English (LSJ)

φορβαδική, φορβαδικόν, characteristic of the 'herd', ὅσον ἔνεστι τῇ ψυχῇ φ. καὶ ἀγελαῖον καὶ ἀξύνετον λόγου Plu.2.713b.

German (Pape)

[Seite 1299] in Heerden weidend, neben ἀγελαῖος Plut. Symp. 7, 8,4.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
qui concerne les troupeaux, de troupeau.
Étymologie: φορβή.

Greek (Liddell-Scott)

φορβᾰδικός: -ή, -όν, ἐπὶ ἵππων, ὁ ἐν λειμῶνι τρεφόμενος, ὅσον ἔνεστι τῇ ψυχῇ φορβαδικὸν καὶ ἀγελαῖον Πλούτ. 2. 713Β· πρβλ. φορβάς.

Russian (Dvoretsky)

φορβᾰδικός: живущий стадами, стадный Plut.