χερσονησώδης

From LSJ

θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις → if God willed it, you could sail even on a straw mat | God willing, you may voyage on a mat

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χερσονησώδης Medium diacritics: χερσονησώδης Low diacritics: χερσονησώδης Capitals: ΧΕΡΣΟΝΗΣΩΔΗΣ
Transliteration A: chersonēsṓdēs Transliteration B: chersonēsōdēs Transliteration C: chersonisodis Beta Code: xersonhsw/dhs

English (LSJ)

χερσονησῶδες, later χερρ-, = χερσονησοειδής, Str.14.6.3.

German (Pape)

[Seite 1351] ες, att. χεῤῥον., zsgzgn statt χερσονησοειδής.

Greek Monolingual

και αττ. τ. χερρονησώδης, -ῶδες, Α χερσόνησος /χερρόνησος
ο χερσονησοειδής, αυτός που έχει το σχήμα χερσονήσου.