ψαμαθίς

From LSJ

ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν → avoid doing what you would blame others for doing

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψᾰμᾰθίς Medium diacritics: ψαμαθίς Low diacritics: ψαμαθίς Capitals: ΨΑΜΑΘΙΣ
Transliteration A: psamathís Transliteration B: psamathis Transliteration C: psamathis Beta Code: yamaqi/s

English (LSJ)

ῖδος, ἡ, a sea-fish, elsewhere ὗς, Numen. ap. Ath. 7.327a.

German (Pape)

[Seite 1391] ῖδος, ἡ, ein Meerfisch, sonst ὗς, gleichsam der Sandfisch, Numen. bei Ath. VII, 327 a. ἡ, = ψαμαθία (?).

Greek (Liddell-Scott)

ψᾰμᾰθίς: ῖδος, ἡ, θαλάσσιος ἰχθύς, ἄλλως ὓς, Νουμήν. παρ’ Ἀθην. 327Α, πρβλ. ψαμμίτης.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
θαλάσσιο ψάρι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψάμαθος «άμμος» + επίθημα -ίς, -ίδος (πρβλ. πλοκαμίς)].