ψυχοπότης

From LSJ

ὥσπερ σελήνη γ' ἡλίῳ· τὴν μὲν χρόαν ἰδεῖν ὁμοιόν ἔστι θάλπει δ' οὐδαμῶςlike the moon to the sun: its color is similar to the eye, but it does not give off any heat

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψῡχοπότης Medium diacritics: ψυχοπότης Low diacritics: ψυχοπότης Capitals: ΨΥΧΟΠΟΤΗΣ
Transliteration A: psychopótēs Transliteration B: psychopotēs Transliteration C: psychopotis Beta Code: yuxopo/ths

English (LSJ)

ψυχοπότου, ὁ, drinking the life, i.e. the blood, Hsch. s.v. εἰαροπότης.

Greek (Liddell-Scott)

ψῡχοπότης: -ου, ὁ, ὁ πίνων τὴν ψυχήν, δηλ. τὸ αἷμα, Ἡσύχ. ἐν λ. εἰαροπότης, ἣν ἑρμηνεύει: «αἱμοπότης, ψυχοπότης».

Greek Monolingual

ὁ, Α
αυτός που πίνει αίμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + πότης (< θ. πο- του πίνω), πρβλ. γλυκυπότης.