наряжать
From LSJ
οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύ → good is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity
Russian > Greek
ἐνσκευάζω, γανόω, σκευοποιέω, κατασχηματίζω, ἐνστέλλω, καταστολίζω, ἐπιρρυθμίζω, καταστέλλω, διασκευάζω, ἁβρύνω, στολίζω, ἐντύνω, ἐντύω, στέλλω, διασκέω, κοσμέω, σκευάζω