обгонять
From LSJ
Russian > Greek
παρελαύνω, παρατρέχω, προτρέχω, παραθέω, ὑπεκπροθέω, ὑποθέω, ὑπερτρέχω, καταταχέω, παραφθάνω, παρατροχάζω, παραπίπτω, παραμείβω, προέρχομαι, παραλλάσσω, παρέρχομαι, ἀπολείπω
παρελαύνω, παρατρέχω, προτρέχω, παραθέω, ὑπεκπροθέω, ὑποθέω, ὑπερτρέχω, καταταχέω, παραφθάνω, παρατροχάζω, παραπίπτω, παραμείβω, προέρχομαι, παραλλάσσω, παρέρχομαι, ἀπολείπω