общительный
From LSJ
Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
Russian > Greek
ἐπίστροφος, ἐντευκτικός, εὐπρόσοδος, προσήγορος, εὐπροσήγορος, κοινωνικός, ἐπητής, ὁμιλητός, ὁμιλητικός, φιλοπροσήγορος, συνελευστικός, φιλοσυνήθης, εὐκράς