распределение
From LSJ
ὁ νόμος βούλεται μὲν εὑεργετεῖν βίον ἀνθρώπων (Democritus) → Law is meant to benefit human life
Russian > Greek
οἰκονομία, θέσις, διαμέτρησις, διάδοσις, ἀναδασμός, διανομή, διαμερισμός, διανέμησις, καταμέρισις, νέμησις, κατάταξις, νομή