ἀγχότερος
From LSJ
ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners
English (LSJ)
α, ον, Comp. of ἀγχοῦ, nearer, c. gen., Hdt.7.175. Adv. ἀγχοτέρω App.BC1.57.
Spanish (DGE)
-α, -ον
compar. de ἀγχοῦ
1 que está más cerca τῆς ἑωυτῶν Hdt.7.175.
2 adv. -ω más cerca App.BC 1.57.
French (Bailly abrégé)
α, ον :
plus proche.
Étymologie: ἄγχι, -τερος.
Russian (Dvoretsky)
ἀγχότερος: [compar. к ἀγχοῦ I] более близкий (τινος Her.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀγχότερος: -α, -ον, συγκρ. τοῦ ἀγχοῦ, ἐγγύτερος, μ. γεν., Ἡρόδ. 7. 175.
Greek Monotonic
ἀγχότερος: -α, -ον, συγκρ. του ἀγχοῦ, εγγύτερος, πλησιέστερος· με γεν. σε Ηρόδ.
Middle Liddell
comp. of ἀγχοῦ, nearer, c. gen., Hdt.