ἀληθικός

From LSJ

ἀνὴρ ἀχάριστος μὴ νομιζέσθω φίλος → an ungrateful man should not be considered a friend

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀληθικός Medium diacritics: ἀληθικός Low diacritics: αληθικός Capitals: ΑΛΗΘΙΚΟΣ
Transliteration A: alēthikós Transliteration B: alēthikos Transliteration C: alithikos Beta Code: a)lhqiko/s

English (LSJ)

ἀληθική, ἀληθικόν, = ἀληθινός, Ps.-Callisth.1.4.

Greek Monolingual

ἀληθικός, -ή, -όν (Μ)
αληθινός, αληθής.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος επαυξημένος τ. του επιθ. ἀληθής].