ἀναμιγή

From LSJ

νίψον ἀνομήματα, μὴ μόναν ὄψιν → wash the sins, not only the face | wash my transgressions, not only my face

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναμῐγή Medium diacritics: ἀναμιγή Low diacritics: αναμιγή Capitals: ΑΝΑΜΙΓΗ
Transliteration A: anamigḗ Transliteration B: anamigē Transliteration C: anamigi Beta Code: a)namigh/

English (LSJ)

ἡ, mixture, Sch.A.Th.330.

Spanish (DGE)

-ῆς, ἡ mezcla τοῦ λαοῦ τοῦ τε βαρβαρικοῦ Sch.A.Th.330.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναμῐγή: ἡ, ἀνάμιξις, Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Θ. 330.

Greek Monolingual

η (Μ ἀναμιγή)
νεοελλ.
ελαφρός θόρυβος, αναταραχή
μσν.
ανάμιξη, ανακάτωμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀναμίγω < αρχ. ἀναμιγνύω (πρβλ. αναλάμπω-αναλαμπή).
ΠΑΡ. αναμιγίζω].