ἀνελάττωτος

From LSJ

κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνελάττωτος Medium diacritics: ἀνελάττωτος Low diacritics: ανελάττωτος Capitals: ΑΝΕΛΑΤΤΩΤΟΣ
Transliteration A: aneláttōtos Transliteration B: anelattōtos Transliteration C: anelattotos Beta Code: a)nela/ttwtos

English (LSJ)

ἀνελάττωτον, undiminished, Procl.in Alc.p.16C. Adv. ἀνελαττώτως Id.Inst.27.

Spanish (DGE)

-ον
1 no disminuido τῆς ἐνεργείας εἶδος Procl.in Alc.16.4.
2 adv. -ως sin disminución τὰ δεύτερα ὑφίστησιν ἀκινήτως καὶ ἀνελαττώτως produce los efectos secundarios sin movimiento ni disminución Procl.Inst.27.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνελάττωτος: -ον, ὁ μὴ ἐλαττούμενος, ὁ μὴ ἐλαττωθείς, Πρόκλ. εἰς Ἀλκ. 1, κεφ. 7, σ. 76. - Ἐπίρρ. -τως, Βυζ.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀνελάττωτος, -ον)
εκείνος που δεν έχει ή δεν είναι δυνατόν να ελαττωθεί, ο αμείωτος.