ἀνθυποχώρησις

English (LSJ)

-εως, ἡ, retiring in turn, εἰς τὸ ἐκτός Plu.2.903d.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
acción de retirarse a su vez εἰς τὸ ἐντός Plu.2.903d.

German (Pape)

[Seite 236] ἡ, gegenseitiges Zurückweichen, Plut. plac. phil. 4, 22.

Russian (Dvoretsky)

ἀνθυποχώρησις: εως ἡ обратное движение, возвращение (εἰς τὸ ἐντός Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀνθυποχώρησις: -εως, ἡ, ἡ ἀμοιβαία ὑποχώρησις, τῇ εἰς τὸ ἐντὸς ἀνθυποχωρήσει Πλούτ. 2. 903D.

Greek Monolingual

ἀνθυποχώρησις, η (Α)
αμοιβαία υποχώρηση.