ἀντιδοξέω

From LSJ

ἐν οἰκίᾳ τυφλῶν καὶ ὁ νυκτάλωψ ὀξυδερκήςeven the day-blind is sharp-eyed in a blind house | among the blind, the one-eyed man is king

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιδοξέω Medium diacritics: ἀντιδοξέω Low diacritics: αντιδοξέω Capitals: ΑΝΤΙΔΟΞΕΩ
Transliteration A: antidoxéō Transliteration B: antidoxeō Transliteration C: antidokseo Beta Code: a)ntidoce/w

English (LSJ)

ἀντιδοξάζω, τινί or πρός τινα. Plb. 2.56.1, 16.14.4; τινὶ περί τινος DS. 2.29; abs., Boeth. Stoic. 3.267.

Spanish (DGE)

ser de opinión contraria o diferente c. dat. y περί y gen. περὶ τῶν μεγίστων θεωρημάτων ἀλλήλοις ἀντιδοξοῦντες D.S.2.29, ἡμῖν περὶ τούτου Sch.Arat.Comm.19.23
tb. c. πρός y ac. πρὸς αὐτούς Plb.16.14.4
abs. ἐν πολλοῖς ἀντιδοξῶν καὶ τἀναντία γράφων αὐτῷ Plb.2.56.1, cf. Boeth.Stoic.3.267.

German (Pape)

[Seite 251] dasselbe, πρός τινα Pol. 16, 14, öfter.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιδοξέω: τῷ προηγ., πρός τινα ἢ τινὶ Πολύβ. 2. 56., 1., 16, 14, 4· τινὶ περί τινος Διόδ. 2. 29· ἀντιδοξεῖ Στράβ. 110 (ὡς ὁ Μαδβίγ. αντί, ἄν τι, δόξει δ’).

Russian (Dvoretsky)

ἀντιδοξέω: высказывать противоположное мнение (τινι Polyb., Diod. и πρός τινα Polyb.).