ἀντροφυής
From LSJ
English (LSJ)
ἀντροφυές, born in caves, ἀνθίαι Opp.H.3.212.
Spanish (DGE)
-ές
cavernoso, horadado en forma de cuevas πέτραι Opp.H.3.212 (otros lo interpretan ref. a ἀνθίαι c. el sent. de nacido en cuevas).
Greek (Liddell-Scott)
ἀντροφῠής: -ές, (φύω) ὁ γεννηθεὶς ἐν σπηλαίῳ, οἴῃσιν ὑπ’ ἀνθίαι αὐλίζονται ἀντροφυεῖς Ὀππ. Ἁλ. 3. 212.
Greek Monolingual
ἀντροφυής (-οῦς), -ές (Α)
γεννημένος μέσα σε άντρο.
German (Pape)
ές, in Höhlen gewachsen, πέτραι, die von Natur Höhlen haben, Opp. H. 3.210.