ἀποπτυστήρ

From LSJ

λόγῳ ἀναλίσκω τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας → waste the day in idle talk, consume the duration of the day with talk

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποπτυστήρ Medium diacritics: ἀποπτυστήρ Low diacritics: αποπτυστήρ Capitals: ΑΠΟΠΤΥΣΤΗΡ
Transliteration A: apoptystḗr Transliteration B: apoptystēr Transliteration C: apoptystir Beta Code: a)poptusth/r

English (LSJ)

ἀποπτυστῆρος, ὁ, one that spits out: ἀ. χαλινῶν a horse that will not bear the bit, Opp.H.2.11.

Spanish (DGE)

-ῆρος, ὁ
de caballos que escupe, tascador χαλινῶν Opp.H.2.11, Gr.Naz.M.37.1269A, Nonn.D.1.310.

German (Pape)

[Seite 321] ὁ, der Ausspuckende, χαλινῶν, ein Pferd, das kein Gebiß im Maule duldet, Opp. H. 2, 11.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποπτυστήρ: ῆρος, ὁ, ὁ ἀποπτύων, ἀποπτ. χαλινῶν, ἵππος μὴ ἀνεχόμενος τὸν χαλινόν, (πρβλ. respuere), Ὀππ. Ἁλ. 2. 11.

Greek Monolingual

ἀποπτυστήρ, ο (AM) αποπτύω
(για άλογα) αυτός που φτύνει από το στόμα του, που δεν ανέχεται χαλινάρι.