ἀτευξία
From LSJ
Σέ, Δήλι', αὐδῶ τὸν κατὰ χθονὸς νέκυν ... → Delian, I call your name, a corpse beneath the ground ...
English (LSJ)
ἡ, not obtaining, privation, A.D.Synt.56.26, Dam. in AB 1345.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
deficiencia, falta ἐπιβαλλούσης τῆς τέχνης ἀτευξίαν παρίσταμεν A.D.Synt.56.26, Dam. en AB 1345.
German (Pape)
[Seite 385] ἡ, das Nichterhalten, Ermangeln, Apollon. Synt. p. 56.
Greek (Liddell-Scott)
ἀτευξία: ἡ, ἀποτυχία, στέρησις, Ἀπολλών. π. Συντάξ. 56, Ἐκκλ.