ἐναντιώνυμος

From LSJ

Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt

Menander, Monostichoi, 329
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐναντῐώνῠμος Medium diacritics: ἐναντιώνυμος Low diacritics: εναντιώνυμος Capitals: ΕΝΑΝΤΙΩΝΥΜΟΣ
Transliteration A: enantiṓnymos Transliteration B: enantiōnymos Transliteration C: enantionymos Beta Code: e)nantiw/numos

English (LSJ)

ἐναντιώνυμον, having an opposite name, ib.9.

Spanish (DGE)

-ον
mat. que tiene la denominación contraria de algunos números con relación a sus partes, Nicom.Ar.1.9.

German (Pape)

[Seite 827] mit entgegengesetzten Namen, Nicom. arithm.

Greek (Liddell-Scott)

ἐναντιώνυμος: -ον, ἔχων ἐναντίον ἢ ἀντίθετον ὄνομα, Νικομ. Ἀριθμ. σ. 78, ὁ αὐτὸς ἔχει (ἐν σ. 80) καὶ ῥῆμα ἐναντιωνῠμέομαι.

Greek Monolingual

ἐναντιώνυμος, -ον (Α)
(για τη σχέση μεταξύ άρτιων και περιττών αριθμών) ο αριθμός που έχει αντίθετο όνομα από άλλον, όπως άρτιος-περιττός.