ἐπιτετηδευμένως

From LSJ

Ἡ δ' ἁρπαγὴ μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Vitiorum hominibus pessimum est rapacitas → Der Menschen schlimmstes Laster ist die Gier nach Raub

Menander, Monostichoi, 212
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιτετηδευμένως Medium diacritics: ἐπιτετηδευμένως Low diacritics: επιτετηδευμένως Capitals: ΕΠΙΤΕΤΗΔΕΥΜΕΝΩΣ
Transliteration A: epitetēdeuménōs Transliteration B: epitetēdeumenōs Transliteration C: epitetidevmenos Beta Code: e)pitethdeume/nws

English (LSJ)

Adv., (ἐπιτηδεύω) deliberately, D.H.Comp. 25; κινεῖσθαι Adam.2.38.

German (Pape)

[Seite 991] mit Fleiß gemacht, genau, D. Hal. C. V. c. 25.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιτετηδευμένως: (ἐπιτηδεύω) ἐπιμελῶς, μετ’ ἀκριβείας, οὐκ αὐτοσχεδίως, ἀλλ’ ὡς οἷόν τε μάλιστα ἐπιτετηδευμένως Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 25· «ἐξεπίτηδες, ἐπιτετηδευμένως» Ἐτυμ. Γουδ. σ. 203, 35.