ἑκουσιάζομαι

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑκουσιάζομαι Medium diacritics: ἑκουσιάζομαι Low diacritics: εκουσιάζομαι Capitals: ΕΚΟΥΣΙΑΖΟΜΑΙ
Transliteration A: hekousiázomai Transliteration B: hekousiazomai Transliteration C: ekousiazomai Beta Code: e(kousia/zomai

English (LSJ)

offer or be offered freely, ἐν τῷ ἑκουσιασθῆναι λαόν LXX Jd.5.2; ὁ -όμενος τῷ νόμῳ ib.IMa.2.42.

Spanish (DGE)

actuar con voluntad propia, ofrecerse voluntariamente LXX Id.5.2B, 9B, Aq.Ca.6.12, 7.1, Is.13.2, Sud., c. inf. ὁ ἑκουσιαζόμενος ... πορευθῆναι εἰς Ιερουσαλεμ LXX 2Es.7.13
presentar una ofrenda voluntaria τῷ κυρίῳ LXX 2Es.3.5, εἰς οἶκον θεοῦ LXX 2Es.7.16
someterse de buen grado τῷ νόμῳ LXX 1Ma.2.42.

German (Pape)

[Seite 770] freiwillig Etwas thun, LXX.

Greek (Liddell-Scott)

ἑκουσιάζομαι: ἀποθ., ἑκουσίως προσφέρω, Ἑβδ. (Α. Μακκ. Β΄, 42), Εὐστ., κτλ. 2) θέλω, προαιροῦμαι, πᾶς ὁ ἑκουσιαζόμενος... πορευθῆναι εἰς Ἱερουσαλὴμ Ἑβδ. (Ἔσδρ. Ζ΄, 13).

Greek Monolingual

ἑκουσιάζομαι (Α)
1. προσφέρω εθελοντικά τις υπηρεσίες μου
2. θέλω, προτιμώ.