ἑπτάπυργος
From LSJ
Ὡς ἡδὺ κάλλος, ὅταν ἔχῃ νοῦν σώφρονα → Quam dulce facies pulchra cum ingenio probo → Wie froh macht Schönheit, wenn sie klugen Sinn besitzt
English (LSJ)
ἑπτάπυργον, seven-towered, of Boeotian Thebes, E.Ph.245 (lyr.), etc.: metaph., εὐλογιστία LXX 4 Ma.13.7.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
à sept tours.
Étymologie: ἑπτά, πύργος.
German (Pape)
siebentürmig, das böotische Theben, Eur. Phoen. 1058 und oft.
Russian (Dvoretsky)
ἑπτάπυργος: семибашенный: ἑ. γᾶ Eur. = Θήβη.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτάπυργος: ον ἔχων ἑπτὰ πύργους, ἐπίθ. τῶν ἐν Βοιωτίᾳ Θηβῶν, Εὐρ. Φοίν. 245, κτλ.
Greek Monotonic
ἑπτάπυργος: -ον, αυτός που έχει εφτά πύργους, λέγεται για τη Θήβα, σε Ευρ. κ.λπ.
Middle Liddell
ἑπτά-πυργος, ον
seven-towered, of Thebes, Eur., etc.