Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἡδύκαρπος

From LSJ

Τῶν εὐτυχούντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Homines amici sunt omnes felicibus → Nur derer, die im Glück sind, Freund ist jeder Mensch

Menander, Monostichoi, 507
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡδύκαρπος Medium diacritics: ἡδύκαρπος Low diacritics: ηδύκαρπος Capitals: ΗΔΥΚΑΡΠΟΣ
Transliteration A: hēdýkarpos Transliteration B: hēdykarpos Transliteration C: idykarpos Beta Code: h(du/karpos

English (LSJ)

ἡδύκαρπον, with sweet fruit, Pherecyd.178J.; δένδρον Thphr. HP 4.4.5.

German (Pape)

[Seite 1153] mit süßer Frucht, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

ἡδύκαρπος: -ον, φέρων γλυκεῖς καρπούς, δένδρον Θεόφρ. Ι. Φ. 4. 4, 5.

Greek Monolingual

ἡδύκαρπος, -ον (Α)
αυτός που έχει ή παράγει γλυκούς καρπούς («ἡδύκαρπον δένδρον», Θεόφρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηδυ- + -καρπός (< καρπός), πρβλ. γλυκύκαρπος, ξηρόκαρπος].