ὀνήμενος

From LSJ

εἰς πέλαγος σπέρµα βαλεῖν καὶ γράµµατα γράψαι ἀµφότερος µόχθος τε κενὸς καὶ πρᾶξις ἄκαρπος → throwing seeds and writing letters at sea are both a vain and fruitless endeavor

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀνήμενος Medium diacritics: ὀνήμενος Low diacritics: ονήμενος Capitals: ΟΝΗΜΕΝΟΣ
Transliteration A: onḗmenos Transliteration B: onēmenos Transliteration C: onimenos Beta Code: o)nh/menos

English (LSJ)

ὄνησα, ὀνήσει, v. ὀνίνημι.

French (Bailly abrégé)

v. ὀνίνημι.

Russian (Dvoretsky)

ὀνήμενος: part. med. к ὀνίνημι.

Greek (Liddell-Scott)

ὀνήμενος: ὄνησα, ὀνήσει, ἴδε τὸ ῥῆμα ὀνίνημι.

English (Autenrieth)

see ὀνίνημι.

Greek Monotonic

ὀνήμενος: μτχ. Μέσ. αορ. βʹ του ὀνίνημι· ὄνησα, Επικ. αόρ. αʹ αντί ὤνησα· ὄνησο, προστ. αορ. βʹ· ὀνήσω, μέλ.