ὑδνόφυλλον

From LSJ

Γήρως δὲ φαύλου τίς γένοιτ' ἂν ἐκτροπή; → Senectutis non habetur effugium malae → Wie könnte man dem schlimmen Alter wohl entflieh'n?

Menander, Monostichoi, 113
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑδνόφυλλον Medium diacritics: ὑδνόφυλλον Low diacritics: υδνόφυλλον Capitals: ΥΔΝΟΦΥΛΛΟΝ
Transliteration A: hydnóphyllon Transliteration B: hydnophyllon Transliteration C: ydnofyllon Beta Code: u(dno/fullon

English (LSJ)

τό, a herb said to grow over truffles and mark the spot where they are, Pamphil. ap. Ath.2.62d.

German (Pape)

[Seite 1172] τό, ein Kraut, das über den Trüffeln wachsen u. sie anzeigen soll, Ath. II, 62 f.

Greek (Liddell-Scott)

ὑδνόφυλλον: τό, «ὑδνόφυλλον δέ φησι Πάμφιλ. ἐν γλώσσαις τὴν φυομένην τῶν ὕδνων ὕπερθε πόαν, ἀφ’ ἧς τὸ ὕδνον γινώσκεσθαι» Ἀθήν. 62D. - Καθ’ Ἡσύχ.: «ὑδνόφυλλον· ἡ ἐπὶ τοῖς ὕδνοις φυομένη πόα».

Greek Monolingual

τὸ, Α
είδος πόας που φύεται πάνω από τα ύδνα δηλώνοντας έτσι το σημείο όπου αυτά βρίσκονται.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὕδνον + φύλλον.