ὑπερεκτίνω
From LSJ
Δοῦλος πεφυκὼς εὐνόει τῷ δεσπότῃ → Hero bene cupias servitutem serviens → Sei deinem Herrn, bist du auch Sklave, wohlgesinnt
English (LSJ)
[ῐ], pay for any one, τῶν νεκρῶν Luc.DMort. 22.2.
German (Pape)
[Seite 1194] (s. τίνω), bezahlen für Einen, τινός, Luc. Mort. D. 22, 2.
French (Bailly abrégé)
payer pour, gén..
Étymologie: ὑπέρ, ἐκτίνω.
Russian (Dvoretsky)
ὑπερεκτίνω: (ῐ) платить за других: ὑ. τινός Luc. платить за кого-л.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερεκτίνω: [ῐ], ἐκτίνω ὑπέρ τινος, πληρώνω ἀντί τινος, ὑπερεκτίνειν τῶν νεκρῶν Λουκ. Νεκρ. Διάλ. 22. 2.
Greek Monolingual
Α
πληρώνω για χάρη άλλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + ἐκτίνω «πληρώνω»].
Greek Monotonic
ὑπερεκτίνω: [ῐ], πληρώνω για κάποιον, τινός, σε Λουκ.
Middle Liddell
to pay for any one, τινός Luc.