ὑπολαμπάς
οὗ δ' ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, σκοτεινός → he on whom Love has laid no hold is obscure | he whom Love touches not walks in darkness
English (LSJ)
ὑπολαμπάδος, ἡ, part of a στοά, possessing ἐπιστύλια, δοκοί, παραστάδες, a roof, and tiles, Inscr.Délos 366 A14, al., cf. 338 Ab84 (iii B. C.); κλεῖθρον τῆς ὑ. ib.442 B219 (ii B. C.); [Πτολεμαῖος] κατεῖδεν διά τινων ὑ. τοὺς Αἰγυπτίους παρὰ τὸν ποταμὸν ἀριστοποιουμένους Phylarch.40 J.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπολαμπάς: -άδος, ἡ, φαίνεται ὅτι εἶναι εἶδός τι θυρίδος ἢ φεγγίτου, ἀλλ’ ἡ λέξ. εἶναι ἀμφίβ., κατεῖδε διά τινων ὑπολαμπάδων τοὺς Αἰγυπτίους παρὰ τὸν ποταμὸν ἀριστοποιουμένους Φύλαρχ. (40Α) παρ’ Ἀθην. 536Ε· ὑπολαμπάδος κλεῖθρον Ἐπιγρ. Δήλου, Bul. de cer. hel. VI, σ. 52.
Greek Monolingual
-άδος, ἡ, Α
(αμφβλ. λ.) είδος φεγγίτη ή παραθύρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. πιθ. < ὑπολάμπω + κατάλ. -άς, -άδος].
Chinese
原文音譯:lamp£j 藍爬士
詞類次數:名詞(9)
原文字根:發光(體) 相當於: (לַפִּיד)
字義溯源:燈,火把,燈燭,燈籠,顯出光輝;源自(ἐπιλάμπω / λάμπω)*=放光)。比較: (λύχνος)=可移動的燈,燭光
出現次數:總共(9);太(5);約(1);徒(1);啓(2)
譯字彙編:
1) 燈(6) 太25:1; 太25:3; 太25:4; 太25:7; 太25:8; 啓4:5;
2) 火把(2) 約18:3; 啓8:10;
3) 燈燭(1) 徒20:8