disolución
From LSJ
τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us
Spanish > Greek
διάχυσις, ἀναζυγή, δίεσις, ἀνασκευασμός, ἀποπλοκή, διαζυγή, ἀνασκευή, ἀδιαφορία, ἀνάλυσις, ἔκλυσις, διαφόρησις, διάλυσις, τὸ ἔκλυτον
τὸ σὸν εἰς ἡμᾶς ἐνδιάθετον → your disposition towards us
διάχυσις, ἀναζυγή, δίεσις, ἀνασκευασμός, ἀποπλοκή, διαζυγή, ἀνασκευή, ἀδιαφορία, ἀνάλυσις, ἔκλυσις, διαφόρησις, διάλυσις, τὸ ἔκλυτον