τοὺς φίλους ἐν ἀκινδύνῳ καθιστᾶσι → help friends out of danger
διασπώμενος; see διασπάω
mad: P. and V. ἀπόπληκτος, μανιώδης, V. λυσσώδης, μαργῶν, ἐμμανής (also Plato but rare P.), θεομανής, Ar. and P. μανικός; see mad.
distorted: V. διάστροφος.