interpretación
From LSJ
Spanish > Greek
ἔκφανσις, διερμήνευσις, διδασκαλία, ἔκδοσις, δήλωσις, ἔκληψις, διάνοια, διερμηνεία, διασάφησις, διεκβολή, ἐξαγγελτικός, ἀπόδοσις, διάκρισις, διάλυσις, ἐκδοχή
ἔκφανσις, διερμήνευσις, διδασκαλία, ἔκδοσις, δήλωσις, ἔκληψις, διάνοια, διερμηνεία, διασάφησις, διεκβολή, ἐξαγγελτικός, ἀπόδοσις, διάκρισις, διάλυσις, ἐκδοχή