Πιττακός

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ
αρχ.
πολιτικός ηγέτης τών Μυτιληναίων, νομοθέτης και ένας από τους επτά σοφούς της ελληνικής παράδοσης, ο οποίος έπαιξε σπουδαιότατο ρόλο ως στρατιωτικός ηγέτης στον μακροχρόνιο πόλεμο τών συμπατριωτών του με τους Αθηναίους που πολεμούσαν για το Σίγειο και είχαν επικεφαλής τους τον ολυμπιονίκη Φρύνωνα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Άγνωστης ετυμολ. (βλ. λ. πιττάκιον)].

Russian (Dvoretsky)

Πιττᾰκός: ὁ Питтак
1 уроженец Митилены на Лесбосе, вождь митиленской народной партии, политический противник Алкея, один из «семи мудрецов», VII-VI вв. до н. э. Plat., Arst., Plut.;
2 царь эдонов Thuc.