ἀντὶ λέοντος πίθηκον γίγνεσθαι → become a monkey instead of a lion
(Α ἀπαλείφω)1. εξαλείφω, σβήνω, διαγράφω2. καταργώ, ακυρώνω κάτιαρχ.1. σβήνω, διαγράφω κάτι από επίσημο κατάλογο2. απαλλάσσω3. αφαιρώ κρυφά, σφετερίζομαι μέρος από τις καταθέσεις.