αἰσχρολογέω

From LSJ

ἀκμὴ οὐδὲ ἔχει γενέσεως ὑπόστασιν καθ' ἑαυτήν → the culmination has no power of originating by itself

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αἰσχρολογέω Medium diacritics: αἰσχρολογέω Low diacritics: αισχρολογέω Capitals: ΑΙΣΧΡΟΛΟΓΕΩ
Transliteration A: aischrologéō Transliteration B: aischrologeō Transliteration C: aischrologeo Beta Code: ai)sxrologe/w

English (LSJ)

= αἰσχροεπέω, Pl. R.395e, Brysonap.Arist.Rh.1405b10.

Spanish (DGE)

decir obscenidadescomo en la comedia κωμῳδοῦντας ἀλλήλους καὶ αἰσχρολογοῦντας Pl.R.395e, cf. Arist.Rh.1405b9, en las fiestas de Deméter, D.S.5.4.

German (Pape)

schändliche, unzüchtige Reden führen, Plat. Rep. III.395e und Sp.

Russian (Dvoretsky)

αἰσχρολογέω: держать непристойные речи Plat.

Greek (Liddell-Scott)

αἰσχρολογέω: αἰσχροεπέω, Πλάτ. Πολ. 395Ε., Bryson Ἀριστ. Ρητ. 3. 2, 13.

Greek Monotonic

αἰσχρολογέω: μέλ. -ήσω (λέγω) = αἰσχροεπέω, μεταχειρίζομαι αισχρή φρασεολογία, μιλώ με χυδαία λόγια ή εκφράσεις, σε Πλάτ.

Middle Liddell

λέγω, = αἰσχροεπέω, Plat.]