γαλακτοσκόπηση

From LSJ

Θεοῦ πέφυκε δῶρον εὐγνώμων τρόπος → Donum divinum est bona mens et mores probi → Ein göttliches Geschenk ist einsichtsvolle Art

Menander, Monostichoi, 241

Greek Monolingual

και γαλακτοσκοπία, η
η γαλακτομέτρηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. γαλακτοσκόπηση < γάλα (-κτος) + -σκόπηση < σκοπώ
γαλακτοσκοπία < γάλα(-κτος) + -σκοπία < -σκοπος < σκοπός. Η λ. γαλακτοσκόπησις μαρτυρείται από το 1894 από τον Αναστάσιο Χρηστομάνο στην εφημερίδα Ακρόπολις, η δε λ. γαλακτοσκοπία μαρτυρείται από το 1895 από τον Γεώργιο Πιλάβιο στην εφημερίδα Άστυ].