εθνογραφία

From LSJ

αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.

Source

Greek Monolingual

η
επιστήμη που περιγράφει τα στοιχεία του πολιτισμού τών διαφόρων εθνών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εθνογράφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1818 στο περιοδικό Ερμής οΛόγιος].