εὐτελισμός

From LSJ

Καὶ τῶν λεγόντων εὖ καλὸν τὸ μανθάνειν → It is a fine thing to learn from those who speak well

Sophocles, Antigone, 722
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐτελισμός Medium diacritics: εὐτελισμός Low diacritics: ευτελισμός Capitals: ΕΥΤΕΛΙΣΜΟΣ
Transliteration A: eutelismós Transliteration B: eutelismos Transliteration C: eftelismos Beta Code: eu)telismo/s

English (LSJ)

ὁ, disparagement, Longin.11.2 (pl.).

Greek (Liddell-Scott)

εὐτελισμός: ὁ, ἐξευτελισμός, ταπείνωσις, Λογγῖνος 11. 2, ἐν τῷ πληθ.

Greek Monolingual

εὐτελισμός, ὁ (ΑΜ) ευτελίζω
εξευτελισμός, εξευτέλιση, ταπείνωση.

German (Pape)

ὁ, Geringschätzung, Verkleinerung, Longin. 11.2.