μὴ πόνει, ὦ Ξάνθια, ἀλλὰ ἔλθε δεῦρο → Don't keep suffering, Xanthias, but come here.
ἰσοπραξία, ἡ (Μ)ίση, όμοια θέση ή κατάσταση.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο)- + -πραξία (< πράξις), πρβλ. δικαιοπραξία, ευπραξία].