καταείνυον

From LSJ

κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)

Source

French (Bailly abrégé)

3ᵉ pl. impf. Act. de καταέννυμι.

Greek Monotonic

καταείνυον: Επικ. παρατ. του κατα-έννυμι.

Russian (Dvoretsky)

καταείνῠον: эп. 3 л. pl. impf. к καταέννυμι.