κρωβυλώδης
From LSJ
Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.
English (LSJ)
κρωβυλῶδες, like the κρωβύλος, Luc.Lex.13.
German (Pape)
[Seite 1517] ες, dem Vorigen ähnlich, πλοκή Luc. Lexiph. 13.
French (Bailly abrégé)
ης, ες:
semblable à un toupet.
Étymologie: κρωβύλος, -ωδης.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κρωβυλώδης -ες [κρωβύλος] als een haarknot.
Russian (Dvoretsky)
κρωβυλώδης: похожий на чуб (πλοκή Luc.).
Greek (Liddell-Scott)
κρωβῠλώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος πρὸς κρώβυλον, Λουκ. Λεξιφ. 13.
Greek Monolingual
κρωβυλώδης, -ῶδες (Α) κρωβύλος
αυτός που μοιάζει με κρωβύλο, με κότσο, με πλεξίδα κόμης («πλακοῦντα ἐξ ἐντέρων κρωβυλώδη τὴν πλοκήν», Λουκιαν.).