κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων → good luck is anyone's, judgment belongs only to those who possess it
Full diacritics: κτίτερ | Medium diacritics: κτίτερ | Low diacritics: κτίτερ | Capitals: ΚΤΙΤΕΡ |
Transliteration A: ktíter | Transliteration B: ktiter | Transliteration C: ktiter | Beta Code: kti/ter |
κτίτερ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) κτίστης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κτίτης, με διαλεκτικό ρωτακισμό (πρβλ. κέστερ)].