λαμπαδάρχης

From LSJ

Ὡς αἰσχρὸν ἀνθρώποισίν ἐστ' ἀπληστία → Quam turpe hominibus est intemperantia → Wie schändlich ist doch für die Menschen Völlerei

Menander, Monostichoi, 561
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λαμπᾰδάρχης Medium diacritics: λαμπαδάρχης Low diacritics: λαμπαδάρχης Capitals: ΛΑΜΠΑΔΑΡΧΗΣ
Transliteration A: lampadárchēs Transliteration B: lampadarchēs Transliteration C: lampadarchis Beta Code: lampada/rxhs

English (LSJ)

λαμπαδάρχου, ὁ, holder of the office of λαμπαδαρχία, JHS7.150 (Samos), CIG (add.) 3886 (Eumenia):—also λαμπάδαρχος, IG12(5).176 ii (Paros), 11(2).203 A65 (Delos, iii B. C.), AJA19.446 (Opunt.Locr., iii B. C.).

Greek Monolingual

λαμπαδάρχης και λαμπάδαρχος, ό, θηλ. λαμπαδάρχισσα (Α)
αυτός που είχε το αξίωμα της λαμπαδαρχίας, επόπτης και χορηγός λαμπαδηδρομιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαμπάς, -άδος + -άρχης / -αρχος].

German (Pape)

ὁ, der Aufseher über den Fackellauf (s. λαμπάς¹) in Athen, eine Liturgie, Inscr.